VICTORIA HISLOP: Το πρόσωπο και το έργο

ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΕΛΕΤΗ ΑΝΑΓΟΡΕΥΣΗΣ
ΤΗΣ VICTORIA HISLOP ΩΣ ΕΠΙΤΙΜΟΥ ΜΕΛΟΥΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΕΡΟΠΗΣ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ ΩΣ ΕΠΙΤΙΜΗΣ ΠΡΟΕΔΡΟΥ
Η Εθνική Εταιρεία των Ελλήνων Λογοτεχνών, αν και αποτελεί ένα από τα παλαιότερα λογοτεχνικά σωματεία της χώρας μας, δεν είχε ανοίξει όσο θα έπρεπε, τις θύρες της και σε ξένους λογοτέχνες. Και αυτό είναι ιδιαίτερα παράξενο, καθότι τα περισσότερα ιδρυτικά της μέλη ανήκαν στην κατ’ εξοχήν κοσμοπολίτικη γενιά του 1930 και, ως γνωστόν, διατηρούσαν στενές πνευματικές και φιλικές σχέσεις με ξένους ομοτέχνους τους. Αρκεί να αναφέρω μερικά ονόματα εντελώς ενδεικτικά: Ηλίας Βενέζης, Μ. Καραγάτσης, Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, Άγγελος Τερζάκης, Θανάσης Πετσάλης-Διομήδης, Τάσος Αθανασιάδης. Εξάλλου, η Εταιρεία ήταν οραματισμός ενός διαπρεπούς λογίου με ευρωπαϊκή εμβέλεια, τότε βουλευτή και κατόπιν Προέδρου της Δημοκρατίας, του Κωσταντίνου Τσάτσου.
Συγκεκριμένα, από το 1961, η Εταιρεία εγκαινίασε τον θεσμό των επιτίμων μελών και, με εισήγηση του τότε Προέδρου Στράτη Μυριβήλη, εξέλεξε δύο κορυφαίους ποιητές της εποχής εκείνης, τον Αμερικανό Robert Frost (1874-1963) και τον Άγγλο Sir Stephen Harold Spender (1909-1995), ενώ το 1965, τίμησε και έναν άλλο διαπρεπή εκπρόσωπο του αγγλόφωνου χώρου, τον Cleanth Brooks (1906-1994), φημισμένο συγγραφέα και καθηγητή του Πανεπιστημίου Yale. Θυμίζω επίσης ότι, πριν από δύο χρόνια, αναγορεύθηκε επίτιμο μέλος, στον χώρο αυτόν εδώ, ο Πρόεδρος της Συνομοσπονδίας των Ιταλών Συγγραφέων Natale Antonio Rossi.
Σήμερα, είναι μια σημαντική στιγμή για την ιστορία της Εταιρείας μας, καθώς ανακηρύσσεται επίτιμο μέλος της, για πρώτη φορά μια γυναίκα, η εμπνευσμένη από τη χώρα μας μυθιστοριογράφος Victoria Hislop. Και είναι εξαιρετικά σπάνιο το γεγονός ένας ξένος λογοτέχνης να επιλέγει το θεματολόγιό του από τη σύγχρονη Ελλάδα κι όχι από την αρχαία, η οποία αποτελεί αστείρευτη θεματολογική δεξαμενή σε παγκόσμιο επίπεδο. Και ακόμα πιο σπάνιο είναι το γεγονός ότι η συγγραφέας δεν εμπνεύστηκε από τη σύγχρονη κοινωνική και πολιτιστική ζωή του τόπου, αλλά έστρεψε την προσοχή της σε ένα άκρως περιθωριοποιημένο χώρο, ένα χώρο ταμπού. Η Hislop επέλεξε αυτό το απαιτητικό θεματολόγιο για να συγγράψει, το 2005, ένα μυθιστόρημα, εκτεινόμενο σε 500 σχεδόν σελίδες. Αυτή ακριβώς η επιλογή της την ανάγκασε να διαπλάσει ήρωες ιδιάζουσας φυσιογνωμίας, γεγονός που σίγουρα της δημιούργησε πολλές δυσκολίες, στις οποίες αντεπεξήλθε επιτυχώς, κατορθώνοντας να αποτυπώσει ιδιαίτερα πειστικούς χαρακτήρες, οι οποίοι αποδόθηκαν εξαίρετα από τους ηθοποιούς στο γνωστό σήριαλ.
Το εγχείρημά της κατέστη ακόμη πιο δύσκολο, καθώς η υπόθεση καλύπτει ένα μεγάλο χρονικό εύρος από τη δεκαετία του ’30 μέχρι τα τέλη του 20ού αιώνα. Επίσης εγκυβωτίζονται ιστορίες από τη γερμανική κατοχή της Κρήτης, οι οποίες δίνουν τη δυνατότητα στη συγγραφέα να πλάσει ακόμη πιο βαθιές τις πτυχώσεις των γυναικείων κατά βάση χαρακτήρων, τριών γενεών. Οι ιστορίες που εκτυλίσσονται στη Σπιναλόγκα, αντικατοπτρίζονται και στη συνείδηση των κατοίκων της Πλάκας αλλά και στο μακρινό Λονδίνο, γεγονός που ωθεί τον αναγνώστη στην πολυπρισματική πρόσληψη του κειμένου. Διαβάζοντας τις σελίδες του «Νησιού» με το λεπροκομείο, στο νου μου πολλές φορές ανακαλούνται, mutatis mutandis, εικόνες από «Το μαγικό Βουνό» (1924) του Τόμας Μαν (1875-1955). Εκεί βέβαια οι ασθενείς κινούνται σε ένα χώρο πιο οικείο στους Γερμανούς αναγνώστες, σε ένα ελβετικό σανατόριο.
Θα λέγαμε ότι η μεγαλοσύνη της ανθρώπινης ψυχής αποτυπώνεται με μαεστρία μέσα στα κεφάλαια του «Νησιού», τα οποία –παρά τη σπονδυλωτή μορφή τους– προβάλλουν συνθετικά τα μηνύματα –υφέρποντα και διαυγή– της δημιουργού. Επίτηδες χρησιμοποιώ τον χαρακτηρισμό αυτόν, αφού όντως αναδημιουργεί για χάρη μας ένα κόσμο σκοτεινό αλλά συνάμα και φωτεινό, με την τεχνική chiaroscuro, όταν τα φρικτά προσωπεία πέφτουν και εμφανίζονται τα ελπιδοφόρα πρόσωπα του δράματος. Χαρακτηριστικά διαβάζουμε στο τέλος του μυθιστορήματος: «Η κόρη της [η Αλέξις] την είχε κάνει να δει αυτούς τους προγόνους της σαν να ήταν πρόσωπα ενός δράματος. Στο τέλος, δεν διέκρινε ταπείνωση αλλά ηρωισμό, όχι προδοσία αλλά πάθος, όχι λέπρα αλλά αγάπη». Και βέβαια δεν θεωρούμε τυχαίο το γεγονός ότι, μετά την έκδοση του «Νησιού», το 2005, και την αφύπνιση-ευαισθητοποίηση του αναγνωστικού κοινού της Χώρας μας, γράφηκαν έξι βιβλία αναφερόμενα στη Σπιναλόγκα, και άλλα έξι παλαιότερα επανεκδόθηκαν. Συγκεκριμένα, το 2011, κυκλοφορήθηκε το πεζογράφημα της Άννας Γιακουμάκη «Σπιναλόγκα. Η αληθινή ιστορία. Ντοκουμέντο», ενώ εκδόθηκε από τη Μητρόπολη Πέτρας και Χερρονήσου το θεολογικό πόνημα «Σπιναλόγκα το νησί του πόνου, της πίστης και της ελπίδας». Το 2016 εκδόθηκε η μυθιστορηματική βιογραφία του ιερέα του νησιού π. Χρυσάνθου Κατσουλογιαννάκη, με τίτλο «Αγάπησέ με», την οποία συνέγραψε η Μαρία Παστουρματζή. Και πολύ πρόσφατα, το 2023, εκδόθηκε το ομόθεμο αφήγημα για παιδία της Μαρίας Παπαδοπούλου-Μάλαμα, τιτλοφορούμενο «Ο ιερέας της Σπιναλόγκα. Η αληθινή ιστορία του π. Χρυσάνθου». Επίσης για παιδιά είναι και το πρόσφατο θεολογικής σύλληψης πεζογράφημα της Πέγκυς Φούρκα «Αργυρώ η αρχόντισσα της Σπιναλόγκας». Το 2019, εκδόθηκε το ποιητικό δοκίμιο «Σπιναλόγκα. Βωμός και ασκληπιείο» της Μαριάνθης Αλειφεροπούλου-Χαλβατζή, ενώ το ίδιο έτος κυκλοφορήθηκε και ποιητική συλλογή του Διονύση Καψάλη, με τίτλο «Απόκοπος ή Σπιναλόγκα». Επίσης αναφέρουμε, ενδεικτικά, και μερικούς τίτλους παλαιότερων πεζογραφημάτων που επανεκδόθηκαν μετά το 2005. Ορισμένα από αυτά τα αναφέρει και η Κέλη Δασκαλά στο μελέτημά της «Η νόσος της λέπρας ως ταυτότητα: από τον Μεσσία–λυτρωτή στον λεπρό αγωνιστή» («Δ΄ Πανευρωπαϊκό Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών, Γρανάδα, 9-12 Σεπτεμβρίου 2010», Επιμέλεια Κωνσταντίνος Α. Δημάδης, Αθήνα 2011, τόμ. Β΄, σσ. 235-249). Συγκεκριμένα, το 2008, επανακυκλοφόρησε το σύντομο πεζογράφημα (του 1960) της Σούλας Ευσταθιάδου-Τσιλιμάγκου, με τίτλο «Σπιναλόγκα. Μετάνοια και εξιλέωση», και μεταφράστηκε στα ελληνικά το πεζογράφημα (του 1998) «L’isolement» του Jean-Yves Masson. Το 2010 επανεκδόθηκε, σε αυτοτελή τόμο, ένα ρεπορτάζ του Πέτρου Πικρού που είχε δημοσιεύσει, το 1932, στο περιοδικό «Εβδομάς». Το ίδιο έτος κυκλοφορήθηκαν σε ενιαίο τόμο δύο κείμενα: «Η άρρωστη πολιτεία» (του 1914) της Γαλάτειας Καζαντζάκη, και «Το νησί των σημαδεμένων» (του 1933) του Θέμου Κορνάρου.
Η ίδια η Hislop, στο προλογικό της σημείωμα, τονίζει: «Όσον αφορά ειδικά στους Έλληνες αναγνώστες, θεωρώ ότι χρειάστηκε να έρθει ένας “ξένος”, ένας άνθρωπος που δεν είχε καμία απολύτως σχέση με τον τόπο και την πραγματική ιστορία της Σπιναλόγκας, για να δει αυτό το μέρος με έναν καινούργιο τρόπο και να το παρουσιάσει ως έναν τόπο ελπίδας και θάρρους» και θα προσθέταμε εμείς: και να το προβάλει ως ένα λογοτεχνικό σύμβολο ακραίου δυναμισμού και άφθαστης ανθρωπιάς. Η Hislop κατόρθωσε, λόγω της αγάπης της προς την Ελλάδα, να δημιουργήσει ένα επιπλέον ποιητικό σύμβολο, δανεισμένο από τη νησιωτική Ελλάδα. Κοντά στην Ιθάκη του νόστου, του Ομήρου και του Καβάφη, κοντά στα Κύθηρα της ελπίδας, του πόθου και του πόνου, του Baudelaire, του Ουράνη και βέβαια του Watteau, και δίπλα στην Κρήτη της λεβεντιάς, του Ζορμπά και του Καζαντζάκη, η Hislop δημιούργησε και πρότεινε το δικό της ισάξιο και εύγλωττο σύμβολο.
Και θα θυμίσω κάτι που σήμερα έχει έναν επιπλέον συμβολισμό. Ένα από τα διαπρεπέστερα ιδρυτικά μέλη της Εταιρείας μας και Αντιπρόεδρός της, κατά το διάστημα 1981-1985, ο αγγλικής καταγωγής Γουλιέλμος Άμποτ (1096-2001), είχε δημοσιεύσει, το 1939, το μυθιστόρημα «Γη και νερό», με θέμα ακριβώς τους ιδιότυπους κατοίκους της Σπιναλόγκα. Και ήταν το πρώτο του πεζογράφημα (όπως και «Το νησί» είναι το πρώτο της Hislop). Ωστόσο, σε αντίθεση με «Το νησί», όπου τονίζονται οι διαχρονικές φιλικές σχέσεις που διατηρούνται, αναπτύσσονται και επαυξάνονται ανάμεσα στα δρώντα πρόσωπα, κυρίως θηλυκού γένους, ο Άμποτ, στο δικό του μυθιστόρημα, πρόβαλε συγκρούσεις –ακόμη και πολιτικού χαρακτήρα– ανάμεσα σε χαρακτηριστικούς τύπους ανδρών της εποχής του μεσοπολέμου. Και μία άλλη σημαντική διαφορά ανάμεσα στα δύο έργα είναι το γεγονός ότι ο Άμποτ συνέθεσε το δικό του, ενώ ακόμη λειτουργούσε η Σπιναλόγκα ως λεπροκομείο και έτσι μπορούσε να έχει άμεση εικόνα του χώρου και των προσώπων, ενώ η Hislop αναγκάσθηκε να αναπλάσει όλο το υλικό με τη φαντασία της. Ίσως όμως η χρονική απόσταση που μεσολάβησε συνετέλεσε ώστε συγγραφέας και οι αναγνώστες της να γοητευτούν ακόμη περισσότερο από τον μύθο παρά από την ιστορία, όπως αρμόζει σε ένα αυθεντικό μυθιστόρημα. Πάντως, το 2010, επανεκδόθηκε το συγκεκριμένο μυθιστόρημα του Άμποτ. Είναι τυχαίο αυτό το γεγονός ή έχει να κάνει με το γεγονός ότι πέντε χρόνια νωρίτερα (το 2005) η Hislop επανέφερε στο προσκήνιο το συγκεκριμένο θεματολόγιο;
Και κάτι τελευταίο: με τα πρόσφατα βιώματά μας από την πανδημία του Covid και τον εκούσιο ή ακούσιο εγκλεισμό μας σε τέσσερις τοίχους, πόσες φορές δεν θυμηθήκαμε τους εξόριστους στο «Νησί»! Εκείνοι τουλάχιστον μπορούσαν να κινούνται μέσα στα όρια της μικρής κοινωνίας του νησιού, ενώ εμείς ούτε αυτό δεν μπορούσαμε να κάνουμε. Είναι γνωστό ότι η ιστορία επανέρχεται, και έτσι πάντα διδασκόμαστε από αυτήν και από τις λογοτεχνικές της μεταπλάσεις που μας αγγίζουν ακόμη περισσότερο.
Στην αποψινή, ωστόσο, τελετή κρίναμε σκόπιμο να συνδυάσουμε και την αναγόρευση σε Επίτιμη Πρόεδρο μιας άλλης επιφανούς γυναίκας, της κ. Μερόπης Σπυροπούλου, η οποία εκτός από την επιστημονική της δραστηριότητας ως καθηγήτριας της Οδοντιατρικής Σχολής Αθηνών, διακόνησε και τα γράμματά μας, ενώ επί σειρά ετών συνέβαλε ως Αντιπρόεδρος της Εταιρείας, στην ομαλή λειτουργία της, την προβολή της και την εξωστρέφειά της. Η παρουσία της στην Εταιρεία και στα Διοικητικά της Συμβούλια γινόταν πάντα αισθητή, εξαιτίας του εγκάρδιου χαμόγελού της, το οποίο μας έγινε ακόμη πιο κατανοητό, ύστερα από τη δημοσίευση του σχετικού βιβλίου της. Πολλά είναι τα εγκωμιαστικά σχόλια που προκάλεσε η πλουσιότατη και ποικίλου θεματολογίου συγγραφική της παραγωγή. Καθοριστικά στοιχεία για τη διαμόρφωση της λογοτεχνικής της ταυτότητας υπήρξαν σίγουρα τα βιώματά της κατά τη νεανική της ηλικία στη γενέτειρά της, την Αλεξάνδρεια. Αλλά και η μακρόχρονη κοινή πνευματική πορεία της μαζί με τον αείμνηστο σύζυγό της συνετέλεσε στην διαμόρφωση της ιδιοσυγκρασίας της ως προσώπου, όπως αποτυπώνεται στα επιστημονικά και τα λογοτεχνικά έργα της. Από τη νέα υψηλή και σταθερή θέση της, θα μπορεί για πολλά χρόνια να καθοδηγεί και να συμβουλεύει τα μέλη της Εταιρείας και του εκάστοτε Διοικητικού Συμβουλίου της.
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΖΩΡΑΣ
Πρόεδρος της Εθνικής Εταιρείας των Ελλήνων Λογοτεχνών
ΑΝΤΙΦΩΝΗΣΗ
ΜΕΡΟΠΗ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ
Θα εκφράσω πρώτα τα θερμά συγχαρητήριά μου προς την υπέροχη και πολυτιμημένη συγγραφέα , κα. Victoria Hislop, για την αναγόρευσή της σε Επίτιμο Μέλος τής Εταιρείας μας και να τής ευχηθῶ το «Καλώς ήρθες».
Πολλἐς φορές, σε κάτι τέτοιες ώρες, αναλογίζομαι πόσο μικρή, λίγη και φτωχή εἰναι ξ λέξη «ευχαριστώ», για να εκφράσει την πλημμυρίδα των συναισθημάτων και των σκέψεων που κατακλύζουν την ψυχή και το μυαλό ενός ανθρώπου.
Όμως, αυτή τη λέξη ἔχω κι εγώ τώρα για να την επαναλάβω ξανά και ξανά προς εσάς, αρχίζοντας από τον εκλεκτό συνάδελφο , τον γιατρό κ. Άγγελο Γέροντα, αφ’ ενός για τα τόσο τιμητικά για μένα λόγια του που προηγήθηκαν και, αφ’ ετέρου, για το ότι, με δική του πρόταση, ο Πρόεδρος της Εταιρείας μας , καθηγητής κ. Γεράσιμος Ζώρας και τα Μέλη του Δ.Σ. του Ιστορικού και εμβληματικού για τα Ελληνικά Γράμματα Σωματείου μας, της Εθνικής Εταιρείας των Ελληνων Λογοτεχνών, αποφάσισαν να μου απονείμουν αυτήν την ανεκτίμητη για μένα τιμή. Σας ευχαριστώ λοιπόν ὀλους και τον καθένα προσωπικά, ξανά και ξανά. Θέλω , βεβαίως, να πω και πολλά ακόμη «ευχαριστώ». Όμως, πάντα , σε τέτοιες στιγμές, διαπιστώνουμε, δυστυχώς, ότι και ο ...σκληρός μας δίσκος δεν μένει ανεπηρέαστος από την φθορά του χρόνου και πολλά ονόματα παραλείπονται από την οθόνη μας, ενώ θα έπρεπε να είναι εκεί. Γι’ αυτό, έστω και νοερό απευθύνω προς όλους ένα εγκάρδιο ευχαριστώ.
Υπάρχει, ωστόσο και μια άλλη μνήμη που, διαπίστωσα ότι, επηρεάζεται διαφορετικά από τον χρόνο. Νιώθω, δηλαδή ότι, αντίθετα με όσα συμβαίνουν στην μνήμη του μυαλού, αυτή η άλλη μνήμη, όσο περνούν τα χρόνια, αισθάνομαι ότι διευρύνεται και ζωηρεύει.
Είναι η μνήμη της καρδιάς. Αυτή που ονομάζομε ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗ.
Αυτή είναι που, αυθόρμητα και αβίαστα φέρνει απόψε στα χείλη μου κάποια ονόματα και πρόσωπα που είχα την καλή τύχη να συναντήσω μέσα από την διαδρομή μου στην Εταιρεία μας και να γνωρίσω καλά. Προσωπικότητες που μένουν αξέχαστες ὀπως είναι οι :
Σαραντος Καργάκος, Κώστας Τσιρόπουλος, Κώστας σαρδελής, Νέστορας Μάτσας, Γιολάντα Πατεράκη, Ευάγγελος Μόσχος, Βασίλης Βιτσαξής, Διονύσης Μαγκλιβέρας και, ασφαλώς και άλλοι ,προς τους οποίους η ευγνωμοσύνη μου θα μείνει άσβεστη, όσα χρόνια ακόμα κι αν περάσουν.
Στην ίδια αυτή μνήμη είναι βαθιά χαραγμένη και η παρουσία των ακριβών γονιών μου, των δασκάλων μου και πολλών αδελφικών φίλων που έχουν φύγει από τη ζωή , αλλά προς τους οποίους θέλω απόψε, από αυτό το βήμα, να ψιθυρίσω ότι δεν θα ξεχάσω ποτέ το πόσα πολλά τους οφείλω.
Μου είναι, όμως, αδύνατον να μη σταθώ σε έναν. Σ’ αυτόν με τον οποίο μοιραστήκαμε 63 χρόνια ε υ λ ο γ η μ έ ν η ς κοινής ζωής, στον ΝΙΚΟ μου...
Ξέρω πολύ καλά ότι, όπως πάντα σε τέτοιες ώρες, εκείνος απόψε θα χαιρόταν, γι’ αυτήν την τιμητική εκδήλωση, περισσότερο από μένα. Διότι θυμάμαι και θα θυμάμαι, όσο ζω, με την μνήμη και του νου και της καρδιάς, τις πάντα πλησίστιες με αύρα αισιοδοξίας παροτρύνσεις του για όποια συμμετοχή μας σε ωραίους αγώνες πνευματικής και επιστημονικής καταξίωσης, θα θυμάμαι το αέναο και στιβαρό στήριγμά του σε κάθε δική μου προσπάθεια , όπως και σε κάθε δυσκολία μας στη ζωή, με την υπέροχη συνοδευτική πάντα επωδό του :
«Μή μου στενοχωριέσαι, θα τα καταφέρομε, θα δεις. Εδώ είμαι εγώ...». Αλλά και την πειρακτικό του χαμόγελο όταν, σχετικά με την λογοτεχνική μου ενασχόληση, μου έλεγε «Έλα, μη τεμπελιάζεις, πήγαινε να γράψεις κατι καλό...».
***
Θα κλείσω, με το πιο θερμό μου και πάλι ευχαριστώ, προς τον Πρόεδρο και όλα τα Μέλη του Δ.Σ. της Εταιρείας μας, συμπληρώνοντάς το και με την ευχή για πολλά χρόνια καλά, γεμάτα από ωραίο δημιουργικό έργο.
Ευχαριστώ και τον Πρόεδρο του Συλλόγου των Αθηναίων κ. Σκιαδά για όλη την προσφορά του προς την Εταιρεία μας και , τέλος,
Ευχαριστώ και όλους εσάς για την πολύ τιμητική παρουσία σας απόψε εδώ.

Ι. Ε. Πυργιωτάκης
Ομότιμος Καθηγητής -πρώην Αντιπρύτανης Πανεπιστημίου Κρήτης
Μέλος του Δ.Σ. της Εθνικής Εταιρίας των Ελλήνων Λογοτεχνών
VICTORIA HISLOP: Το πρόσωπο και το έργο
Κυρίες και κύριοι,
πριν από δύο μέρες, στις 8 Μαρτίου, γιορτάσαμε την ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ, και θεωρώ κ. Πρόεδρε της ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ ότι δεν θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερος τρόπος να τιμήσομε την επέτειο αυτή από αυτόν που επιλέξαμε ως Εταιρία: Να τιμήσομε δύο πανάξιες κυρίες, δύο διαπρεπείς γυναίκες.
- Την κ. Victoria Hislop, και την
- κ. Μερόπη Σπυροπούλου
Και με αυτή την επισήμανση επιτρέψτε παρακαλώ να περάσω στην υψηλή τιμωμένη μας
κ. Victoria Hislop
Και θέλω να δηλώσω εξ αρχής ότι μιλώντας για την Victoria Hislop, μιλούμε για ένα φαινόμενο.
Και εξηγώ: Το πρώτο της μυθιστόρημα, ΤΟ ΝΗΣΙ,
- κυκλοφόρησε το 2005 κι έγινε αμέσως Μπεστ-Σέλερ παγκοσμίως
- Σήμερα έχει μεταφραστεί σε 40 γλώσσες του κόσμου,
- έχει πουλήσει πάνω από 6.500.000 αντίτυπα σε ολόκληρο τον κόσμο
- το 2010 έγινε τηλεοπτική σειρά με πολύ μεγάλη επιτυχία.
- Σήμερα περιλαμβάνεται στα πιο επιτυχημένα μυθιστορήματα διεθνώς.
Η ίδια έχει δεχτεί πολλές τιμητικές διακρίσεις από διάφορες χώρες. Ενδεικτικά αναφέρω τις ακόλουθες:
- Το 2019 αναγορεύθηκε επίτιμη διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Σέλφιντ
- Το 2020 της απονεμήθηκε τιμητικά η ελληνική ιθαγένεια από την Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας.
- Από το 2024 είναι επίσης μέλος της Βασιλικής Εταιρίας Λογοτεχνίας, στην Αγγλία.
- Το 2025 τιμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών με το βραβείο Φιλελληνισμού «Λόρδος Βύρων».
- Είναι πρέσβειρα της Παγκόσμιας Ανθρωπιστικής Οργάνωσης LEPRΑ
Κυρία Hislop, αγαπητή Victoria
Εκείνο που θεωρώ πολύ σημαντικό, ίσως και το σημαντικότερο, είναι ότι καταδείξατε τη δύναμη του πνεύματος:
Πήρατε τη Σπιναλόγκα, ένα μικρό νησάκι, ερειπωμένο και απολησμονημένο κάπου εκεί στο Κρητικό Πέλαγος και το καταστήσατε γνωστό σε ολόκληρο τον κόσμο. Αυτό, θεωρώ, δεν θα μπορούσε να το επιτύχει καμιά δύναμη, καμιά πολιτική και καμιά οικονομική διπλωματία. Τα καταφέρατε όμως εσείς κ. Victoria Hislop με ΤΟ ΝΗΣΙ. Μπράβο σας και πάλι μπράβο σας! Καταδείξατε με τον πιο εμφαντικό τρόπο τη δύναμη της Λογοτεχνίας. Τη δύναμη του πνεύματος.
Ο χρόνος που έχω στη διάθεσή μου δεν μου επιτρέπει να αναφερθώ στα δέκα περίπου μυθιστορήματα που έχετε συγγράψει και που έχουν κάνει όλα μια λαμπρή πορεία με πολλές επανεκδόσεις. Θα επιμείνω λοιπόν στο ΝΗΣΙ.
Εν συντομία η υπόθεση του μυθιστορήματος έχει ως εξής: Όταν η νεαρή Σοφία είναι έτοιμη να φύγει από τον Άγιο Νικόλαο Κρήτης για σπουδές στην Αθήνα, οι άνθρωποι που την μεγάλωσαν της αποκαλύπτουν ότι δεν είναι οι πραγματικοί της γονείς.
Της εξιστορούν τη δραματική οικογενειακή της ιστορία:
Όταν εκείνη ήταν βρέφος ακόμη, ο πατέρας της είχε σκοτώσει τη μητέρα της για λόγους τιμής. Κλείστηκε στη φυλακή, όπου και άφησε τη στερνή του πνοή. Και εφόσον πρόκειται για έγκλημα τιμής
- τίθενται αμφιβολίες για την ηθική υπόσταση της μητέρας και
- δεν υπάρχει βεβαιότητα για τον πραγματικό της πατέρα.
- Ταυτόχρονα είναι βέβαιο ότι κάποιοι εξ αίματος συγγενείς της κλείστηκαν στο ερημονήσι της Σπιναλόγκας γιατί ήταν λεπροί.
Η Σοφία αισθάνεται να χάνει το έδαφος κάτω από τα πόδια της. Την κατέλαβαν υπαρξιακά προβλήματα:
- Ο φερόμενος πατέρας της δολοφόνος,
- η μητέρα αμφιβόλου ήθους και
- η οικογένεια με το βαρύτατο στίγμα της λέπρας!
Με αυτές τις βασανιστικές σκέψεις η Σοφία φεύγει για την Αθήνα. Το μόνο που επιθυμεί τώρα είναι να αποκοπεί από το παρελθόν της.
Να το διαγράψει εντελώς.
Σκέπτεται ότι ο πιο εύκολος τρόπος για να γίνει αυτό θα ήταν να σχεδιάσει ένα καινούργιο μέλλον. Στην ώρα πάνω γνωρίζεται με τον Μάρκους, έναν βρετανό φοιτητή που συνεχίζει τις σπουδές του στην Αθήνα. Παντρεύονται και ζουν στο Λονδίνο. Αποκτούν δύο παιδιά, την Αλέξης και τον Νικ.
Η Αλέξης στα 25 της αποφασίζει να κάνει διακοπές στην Κρήτη. Της ήρθε λοιπόν η ιδέα να επισκεφθεί τον τόπο που γεννήθηκε η μητέρα της. Η Σοφία, που όλα αυτά τα χρόνια κρατούσε το παρελθόν της ως εφτασφράγιστο μυστικό, παραδόξως όχι μόνο συμφωνεί, αλλά και εφοδιάζει την Αλέξης με μια επιστολή για την Φωτεινή, την καλύτερη οικογενειακή τους φίλη, που γνώριζε τα πάντα για τους πάντες.
Η Αλέξης έρχεται στην Κρήτη, συναντά την Φωτεινή κι από δω αρχίζει να ξετυλίγεται σιγά σιγά το κουβάρι της διαβίωσης των λεπρών της Σπιναλόγκα, θέμα στο οποίο αφιερώνεται ολόκληρο σχεδόν το βιβλίο.
Με το μυθιστόρημά της αυτό η Victoria Hislop καταφέρνει να αναπαραστήσει την πραγματική ζωή των ασθενών με την επάρατη νόσο, η οποία δρα ύπουλα και σημαδεύει ανεξίτηλα το σώμα και τη ζωή των θυμάτων της, για όσο καιρό τους επιτρέπει να ζήσουν.
Κι εδώ θέλω να επισημάνω, ότι είναι αξιοθαύμαστος ο τρόπος με τον οποίο η συγγραφέας κατανοεί τον ψυχισμό των ασθενών. Αυτό της δίδει την ευχέρεια να επιδίδεται με μεγάλη επιτυχία στις περιγραφές του εσωτερικού τους κόσμου, να ξεδιπλώνει τα φανερά και τα απόκρυφα συναισθήματα και τις ενδόμυχες σκέψεις τους με κάθε λεπτομέρεια. Με την ίδια ευχέρεια κινείται επίσης με κάθε λεπτομέρεια στις περιγραφές της φύσης και στην αφήγηση των γεγονότων. Και είναι δύσκολο για μία/έναν συγγραφέα να διεισδύει στις λεπτομέρειες, χωρίς να κουράζει. Στη Victoria συμβαίνει αυτό γιατί η Victoria Hislop δεν παραθέτει απλώς πληροφορίες ασύνδετες μεταξύ τους. Με μεγάλη δεξιοτεχνία τις χρησιμοποιεί σε μια λειτουργική διασύνδεση μεταξύ τους, με τρόπο που ζωντανεύει τη ζωή των ανθρώπων και δίνει ψυχή στην άψυχη φύση. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι ΤΟ ΝΗΣΙ αρχίζει με μια τέτοια περιγραφή, την στιγμή που λύνεται ο κάβος για την αναχώρηση της στραπατσαρισμένης βάρκας προς την Σπιναλόγκα (σελ. 15).
Και είναι εξίσου αξιοθαύμαστος ο τρόπος, με τον οποίο παρακολουθεί και περιγράφει τις διαδικασίες μέσα από τις οποίες συγκροτείται μια κοινότητα με διαφορετικούς και άσχετους μεταξύ τους ανθρώπους· από ανθρώπους που ως εκείνη τη στιγμή το μόνο που τους συνδέει, είναι η σκληρή μοίρα του επάρατου νοσήματος.
Η Victoria ωσάν να είναι έμπειρη Κοινωνική Ανθρωπολόγος μελετά και καταγράφει τις διαδικασίες συγκρότησης της μικρής κοινότητας των λεπρών και τελικά ανατρέπει την δεσπόζουσα αντίληψη περί Σπιναλόγκας. Γιατί η Σπιναλόγκα δεν εξελίσσεται τελικά σε μια δυστυχισμένη κοινωνία τρόμου, όπως φανταζόμασταν εμείς οι ντόπιοι που ζούσαμε εκεί κοντά. Μέσα από την αγάπη και τη δίψα για τη ζωή των νοσούντων κατοίκων της η Σπιναλόγκα, παρά τις τεράστιες δυσκολίες, μετασχηματίζεται σε μια κοινωνία αλληλεγγύης, με ανθρώπους διαποτισμένους από ανθρωπιστικά αισθήματα και αξίες.
Και Σας εκφράζω το θαυμασμό μου αγαπητή κ. Victoria Hislop, γιατί προστατεύσατε αυτά τα συναισθήματα και τις ανθρωπιστικές αξίες ως το τέλος. Έτσι, όταν στο Χόλυγουντ οι άνθρωποι του κινηματογράφου είδαν την ευρύτατη κυκλοφορία του βιβλίου, σάς ζήτησαν τα δικαιώματα για τη δημιουργία μιας ταινίας.
Εσείς όμως, αγνοήσατε την παχυλή αμοιβή και αρνηθήκατε μια τέτοια πρόταση, από φόβο ότι Αμερικάνοι θα μετέτρεπαν το βιβλίο σε ταινία τρόμου. Κι εσείς αυτό το πνεύμα της ανθρωπιάς που κυριαρχεί στο Νησί δεν θέλατε να το προδώσετε. Προτιμήσατε λοιπόν να εμπιστευθείτε τους Έλληνες. Έτσι διασώσατε το πνεύμα του Ανθρωπισμού που διαχέεται στις σελίδες του βιβλίου και το κάνουν αξιολάτρευτο. Δεν θυσιάσατε την ανθρωπιά στο βωμό της κερδοσκοπίας. Συγχαρητήρια και γι’ αυτήν σας την πράξη!
Επιθυμώ να υπογραμμίσω επίσης ότι όταν η Victoria Hislop έρχεται να μελετήσει την κοινότητα των λεπρών, η Σπιναλόγκα δεν υφίσταται πλέον ως λοιμοκαθαρτήριο. Οι ασθενείς έχουν θεραπευθεί και το νησί έχει επιστρέψει στην προτέρα του κατάσταση: Είναι ξανά ένα εγκαταλελειμμένο ερημονήσι, όπως παραμένει και τώρα.
Τώρα λοιπόν η συγγραφέας μας είναι αναγκασμένη να λειτουργήσει περισσότερο σαν αρχαιολόγος: Πρέπει να δώσει πνοή ζωής στα ερείπια και να αναπαριστήσει τον τρόπο ζωής και δράσης των ανθρώπων που ζούσαν εκεί. Ευτυχώς τα γεγονότα ήταν πρόσφατα και μπόρεσαν να αξιοποιηθούν οι προσωπικές μαρτυρίες των ζώντων. Είναι ευτύχημα που η Victoria πρόλαβε τις μαρτυρίες αυτές. Σήμερα αυτό το μυθιστόρημα δεν θα μπορούσε να γραφεί. Οι άνθρωποι που έζησαν τα γεγονότα δεν είναι πια στη ζωή και οι μαρτυρίες τους θα είχαν εκλείψει . Σε ευχαριστούμε και γι’ αυτή σου την προσφορά αγαπητή μας Victoria!
Κι εδώ, πίσω από αυτήν την δύσκολη αποστολή, να αναπαραστήσει δηλαδή τη ζωή των λεπρών, υποκρύπτεται ένα ακόμη ισχυρό προσόν της κ. Hislop, το οποίο της επιτρέπει να υπερνικήσει στις δυσκολίες: Προετοιμάζει πολύ καλά το έδαφος -και το υπέδαφος θα έλεγα- πριν αρχίσει να οικοδομεί το αρχιτεκτόνημα του βιβλίου. Ως αναγνώστης το βλέπω ξεκάθαρα. Η Victoria Hislop, πριν αρχίσει την συγγραφή επιδίδεται, με πολλή προσοχή, στην μελέτη των πηγών. Αυτό της επιτρέπει να συγκροτήσει μια ολιστική εικόνα, ένα «Ενιαίο Όλο» για τον χωροχρόνο μέσα στον οποίo κινείται το μυθιστόρημα στο σύνολό του. Μελετά την Κρήτη σε όλες τις πτυχές της: την κουλτούρα, το οδικό δίκτυο, τις εργασίες των κατοίκων, τη διατροφή, τα ήθη και τα έθιμα. Μας μελετά πώς τρώμε και πίνομε, πώς διασκεδάζομε ή μαλώνομε, πώς γλεντάμε και πώς γελάμε.
Μέσα σε αυτό το Ενιαίο Όλο έρχεται κατόπιν να εντάξει όλα τα «Επιμέρους» του μυθιστορήματος και με βάση αυτό το «Όλο» πλέκονται τα γεγονότα και κινούνται οι ήρωες, στις ομαδικές και ατομικές τους συμπεριφορές. Έτσι υπάρχει μια ενότητα των επιμέρους με το Όλο και αντιστρόφως. Αυτό προσδίδει αξιοπιστία και συνοχή στην πλοκή του βιβλίου και αποσοβεί ενδεχόμενα χάσματα. Ως προς το σημείο αυτό κινείται με απίστευτη επιτυχία. Μου είναι δύσκολο να εννοήσω ότι το μυθιστόρημα αυτό έχει γραφεί από άνθρωπο που δεν έχει μεγαλώσει στην Κρήτη και δεν έχει βιώσει την κρητική κουλτούρα.
Μέσα από τη μελέτη η Βικτόρια παρακολουθεί πώς το ερημονήσι παίρνει ζωή και πώς οι άνθρωποι μέσα από τη δική τους δυστυχία κατορθώνουν να διαμορφώσουν τη δική τους κοινωνία, να συγκροτήσουν τη δική τους κοινότητα και να δώσουν πνοή ζωής στην μέχρι τώρα σχεδόν ανυπόστατη ύπαρξή τους. Γιατί οι περισσότεροι δεν έδειξαν ηττοπάθεια και υποταγή στην σκληρή ανθρώπινη μοίρα που τους έλαχε. Δεν υπέκυψαν στα δεινά της νόσου. Η δίψα και η λαχτάρα τους για τη ζωή δεν τους επέτρεψε να μείνουν απαθείς, με σταυρωμένα τα χέρια· τούς έκανε να μένουν όρθιοι και να αγωνίζονται για τον εαυτό τους και για την κοινότητά τους ολόκληρη.
Και όταν πλέον αρχίζει να διαφαίνεται η ίαση της ανίατης έως τότε νόσου, αυτοί που έτρεμαν τον εγκλεισμό και τη ζωή στο ερημονήσι, τώρα, «τόσο σοφοί που έγιναν και με τόση πείρα» (Αχ, και να την αξιοποιούσαμε αλήθεια όλη αυτήν την πείρα), σαν να διστάζουν και να φοβούνται τον κόσμο έξω από το νησί. Αυτό το νησάκι, που εμείς «χωρίς περίσκεψιν και χωρίς αιδώ» το εγκαταλείψαμε ξανά, «σαν “περιττό” φύλλο ριγμένο στη θάλασσα», για να παραλλάξω τον στίχο του ποιητή. Κι έτσι παραμένει η Σπιναλόγκα. Παραμένει και περιμένει να αξιοποιηθεί η πλούσια εμπειρία της προς όφελος του Ανθρώπου και της Ανθρωπότητας.
Αγαπητά μέλη και φίλοι της Εθνικής Εταιρίας των Ελλήνων Λογοτεχνών, τελειώνοντας επιτρέψτε μου να προσθέσω με πολλή χαρά:
Η Victoria Hislop μέσα από την συγγραφή της για το νησί και μέσα από τα άλλα κείμενά της για την Ελλάδα και την Κύπρο γνωρίζει πολύ καλά την Κρήτη και την Ελλάδα. Γνωρίζει το θιαμπόλι, το σαντούρι και την ασκομαντούρα, το αντικρυστό και τις σαρικλόπιτες. Γνωρίζει τον πεντοζάλη, τον σιγανό και τον συρτό, τον ζεϊμπέκικο και τον χασάπικο. Κι ακόμη βαθύτερα: Η Βικτώρια κατανοεί την κουλτούρα της Κρήτης, γνωρίζει και κατανοεί την Ελλάδα. Είναι η δική μας Βικτόρια. Την καλωσορίζομε και την περιβάλλομε με αγάπη, έτσι όπως της αξίζει.
Καλώς μας ήρθες Βικτόρια στην ΕΘΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ!
Τιμή μας να είσαι μαζί μας με τόσα άλλα επίτιμα μέλη, διακεκριμένους επιστήμονες και Λογοτέχνες του κόσμου.
ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΧΙΣΛΟΠ
ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΡΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
προς την Εθνική Εταιρία των Ελλήνων Λογοτεχνών
ομιλία στην τελετή της υποδοχής μου ως επίτιμου μέλους της
(Δευτέρα, 10 Μαρτίου 2025)
Σας ευχαριστώ πολύ για τα καλά σας λόγια - και ιδιαίτερα θα ήθελα να ευχαριστήσω τον κ. Πυργιωτάκη για την καλοσύνη του.
Είναι μεγάλη τιμή για μένα να γίνω επίτιμο μέλος της Εθνικής Εταιρείας των Ελλήνων Λογοτεχνών. Και για μια Βρετανίδα συγγραφέα το να ενταχθεί σε έναν τόσο πλούσιο σε Έλληνες λογοτέχνες σύλλογο είναι μια τεράστια διάκριση.
Από τα 10 βιβλία που έχω γράψει μέχρι σήμερα, τα εννέα από αυτά αφορούν την Ελλάδα. Ακόμα και αυτό που διαδραματίζεται στην Ισπανία έχει μια κρυφή σύνδεση με τη Θεσσαλονίκη.
Μια ερώτηση που μου κάνουν πάντα τόσο οι Έλληνες αναγνώστες όσο και οι Βρετανοί, είναι η εξής: «Γιατί γράφετε τόσο πολύ για μια χώρα που δεν είναι ο τόπος γέννησής σας;».
Μπορώ να απαντήσω με μία μόνο λέξη: έμπνευση. Όλοι οι συγγραφείς γνωρίζουν ότι χωρίς έμπνευση, ούτε μια λέξη δεν θα εμφανιστεί στις σελίδες τους. Δεν μπορείτε να αναζητήσετε την έμπνευση, δεν μπορείτε να την κάνετε να συμβεί. Πρέπει να έρθει από μόνη της.
Το πρώτο μου μυθιστόρημα, Το Νησί, ήταν το αποτέλεσμα αυτού που αποκαλούμε στα αγγλικά «lightbulb» moment - κάτι φώτισε ξαφνικά το μυαλό μου. Εκείνη την εποχή ήμουν δημοσιογράφος και δεν είχα καμία πρόθεση να γράψω μυθιστόρημα. Mια επίσκεψη ένα απόγευμα στη Σπιναλόγκα ως τουρίστρια, το 2001 συνδέθηκε έντονα με τη φαντασία μου - και δεν μπορούσα να το ξεχάσω. Με στοίχειωσε και τα συναισθήματά μου σχετικά με το πώς πρέπει να ήταν να ζει κανείς εκεί έμειναν μέσα μου. Έπρεπε να γράψω μια ιστορία - και να μεταπηδήσω από δημοσιογράφος σε μυθιστοριογράφο.
Η έμπνευση μοιάζει σαν έναν επίμονο, έναν γκρινιάρη φίλο. Ακόμα κι αν δεν θέλετε να την ακούσετε - σας τραβάει από το μανίκι. Η έμπνευση είναι συναρπαστική. Η έμπνευση είναι δημιουργική. Και αυτή η έμπνευση με ανάγκασε να γράψω εκείνο το πρώτο μου μυθιστόρημα.
Και μετά την επιτυχία του Νησιού, άκουγα συχνά από τον εκδότη μου, τους αναγνώστες μου, τους φίλους μου: “Λοιπόν, πότε θα γράψετε το επόμενο μυθιστόρημά σας;” Η απάντησή μου ήταν «Μπορεί να μη γράψω άλλο».
Ήμουν πολύ σαφής ότι αν δεν παρουσιαζόταν κάτι συγκεκριμένο, αν δεν ερχόταν η έμπνευση, δεν θα υπήρχε δεύτερο μυθιστόρημα. Αισθάνομαι πολύ τυχερή γιατί δέκα φορές τώρα, αυτό το «κάτι» με έχει αρπάξει - και μου έχει τραβήξει το μανίκι.
Και η έμπνευση - δεν είναι απλώς το σημείο εκκίνησης - είναι το καύσιμο που συντηρεί το ενδιαφέρον μου για την ιδέα ή το θέμα - και, για μένα, αυτό είναι μια τριετής περίοδος έρευνας και συγγραφής, συχνά με πολλές στιγμές αποκάλυψης σε αυτό το ταξίδι.
Είμαι ευτυχής που τα γραπτά μου είχαν ευνοϊκή υποδοχή στην Ελλάδα, εκτιμώ επειδή είμαι ένας ξένος. Ίσως αυτή η ματιά του ξένου μου δίνει, μια αντικειμενικότητα για την Ελλάδα, για την ιστορία της, τους τόπους της και τους ίδιους τους Έλληνες. Η Αγγλία δεν μου παρέχει καμία απολύτως έμπνευση - Κάθε φορά που προσπάθησα να γράψω για τον τόπο όπου έχω ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου, δεν μπόρεσα. Η οικειότητά του αποτελεί εμπόδιο για μένα.
Όσο περνούν τα χρόνια όμως, η Ελλάδα μου γίνεται όλο και λιγότερο ξένη. Την επισκέπτομαι κάθε χρόνο από το 1976 - έτσι συχνά βρίσκομαι κάπου με Έλληνες νέους και τους λέω ότι είδα την Ελλάδα πολύ πριν από αυτούς. Αλλά παρ' όλα αυτά - το δικό μου «μαύρο κουτί» δεν είναι ελληνικό, ακόμα κι αν η ψυχή μου το αισθάνεται έτσι.
Η πρώτη μου επίσκεψη ως έφηβος ήταν για διακοπές με τη μητέρα μου. Από εκείνη τη χρονιά και μετά, ερχόμουν κάθε χρόνο. Μετά άρχισα να έρχομαι πολλές φορές το χρόνο, μετά κάθε μήνα, μετά απέκτησα το σπίτι μου εδώ, δούλεψα σε διάφορες τηλεοπτικές προσαρμογές - και τώρα δεν μετράω καν τον αριθμό των επισκέψεων που κάνω κάθε χρόνο. Μερικές φορές νιώθω ότι επισκέπτομαι την Αγγλία και όχι την Ελλάδα.
Δύο είναι τα πράγματα που με έχουν βοηθήσει πολύ να γράψω για την Ελλάδα, και με κρατούν να μαθαίνω και να αισθάνομαι τον δρόμο μου προς την ελληνικότητα:
Πρώτον, η τιμητική ιθαγένεια της Ελλάδας, η οποία μου δόθηκε το 2020. Αυτό έχει αναμφίβολα μειώσει τη συναισθηματική απόσταση μεταξύ εμού και της Ελλάδας, αλλά και με έναν πολύ πρακτικό τρόπο μου επέτρεψε να περνάω όσο χρόνο μπορώ και θέλω στην Ελλάδα (που είναι πολύς). Αυτό είναι ένα προνόμιο που το Brexit έχει στερήσει από πολλούς ανθρώπους. Το ελληνικό μου διαβατήριο είναι το πιο πολύτιμο αγαθό μου.
Το δεύτερο είναι η γλώσσα. Η ενασχόλησή μου με τα Ελληνικά είναι μια περιπέτεια που θα συνεχιστεί - η απώτερη φιλοδοξία μου είναι να γράψω μια ολόκληρη ιστορία σε αυτήν την πλούσια γλώσσα σας, αν μπορέσω.
Η γλώσσα είναι που δίνει μια εικόνα της φύσης μιας χώρας και του τρόπου σκέψης των ανθρώπων - και για μένα η ελληνική γλώσσα είναι συνεχής πηγή ενθουσιασμού και αποκάλυψης. Η λέξη έμπνευση είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα - με την υπόθεσή της για κάποιο είδος πνευματικής παρέμβασης - κάποια εξωτερική δύναμη που έρχεται μέσα μας. Έτσι αισθάνομαι πάντα την έμπνευση - σαν μια επίσκεψη, κάτι μεγαλύτερο από αυτό που μπορούμε να εξηγήσουμε. Και νιώθω τόσο ευγνώμων που η Σπιναλόγκα μου έδωσε εκείνη την πρώτη έμπνευση - και μετά ήρθε η Θεσσαλονίκη, η Αθήνα, η Κρήτη και τόσα, τόσα άλλα μέρη. Η Ελλάδα είναι η μούσα μου - οι άνθρωποι που συναντώ, η ιστορία που μαθαίνω, η πολιτική που κυριαρχεί στις ζωές των ανθρώπων - όλα αυτά γεννούν ιδέες.
Είμαι μία πολύ ευτυχισμένη συγγραφέας όχι μόνο που «βρήκα» την Ελλάδα, αλλά και που τώρα συνδέω το όνομα μου με αυτή τη σημαντική εταιρεία, με συγγραφείς όπως ο Μυριβήλης και ο Καραγάτσης και φυσικά με όλους εσάς που την αποτελείται.
Σας ευχαριστώ πολύ για αυτή την τιμή
VICTORIA HISLOP
Εθνική Εταιρία των Ελλήνων Λογοτεχνών –
Acceptance speech
Monday10 March 2025
Thank you so much for your very kind words – and special thanks to Mr Pyrgiotakis for his kindness.
It is a great honour to become an honorary member of the Εθνική Εταιρία των Ελλήνων Λογοτεχνών. And for a British writer to join a society so rich in Greek literary associations is a huge accolade.
Of the 10 books I have written so far, nine of them are about Greece. Even the one set in Spain has a hidden link with Thessaloniki.
One question I am always asked by both Greek readers and British is this: “Why do you write so much about a country that is not your place of birth?”
I can answer in a single word: inspiration. All writers know that without inspiration, not even a single word will appear on the page. You cannot seek out inspiration, you cannot make it happen. It has to arrive of its own accord.
My first novel, The Island, was the result of what we call in English a “lightbulb” moment – when something suddenly switched on in my mind. I was a journalist at that time and had no intention of writing fiction. A visit one afternoon to Spinalonga as a tourist, back in 2001. Something on that island strongly connected with my imagination – and I could not forget about it. It haunted me and my feelings about what it must have been like to live there stayed with me. I had to write a story – and to jump from being a journalist to being novelist.
Inspiration can be a persistent, nagging friend. Even if you don’t want to listen – it tugs at your sleeve. Inspiration is exciting. Inspiration is creative. And this inspiration compelled me to write a novel.
And then after the success of The Island, I was asked by my publisher, my readers, my friends. So, when will you write your next novel? My reply was “I might not write another.”
I was very clear that unless something specific presented itself, unless inspiration arrived, there would be no second novel. I feel very lucky because ten times now, that “something” has grabbed me – and tugged my sleeve.
And inspiration – is not just the starting point – it has to be the fuel that sustains my interest in the idea or the subject – and, for me, this is a three year period of research and writing, often with many moments of revelation on that journey.
I am fortunate that my writing has had a favourable reception in Greece because I appreciate that I am an outsider. But perhaps this outsider’s eye gives me, an objectivity about Greece, its history, its places and the Greeks themselves. The United Kingdom provides me with no inspiration at all – Every time I have tried to write about the place I have lived most of my life, I have been unable to. Its familiarity is an obstacle to me.
As the years go by though, I become less of a stranger to Greece. I have been visiting every year since 1976 – so I often find myself in a room with Greek young people and tell them I saw Greece long before they did. But nevertheless – my “black box” is not Greek, even if my soul feels so. My first visit as a teenager was for a holiday with my mother. From that year on, I came every year, then several times a year, then monthly, then I became a house-owner, worked here on several TV adaptions – and now I don’t even count the number of visits I make every year. Sometimes I feel that it is England that I am visiting, not Greece.
Two other things have greatly helped me write about Greece. Both of them keep me learning and feeling my way towards Greekness:
Firstly, honorary citizenship of Greece, which was given to me in 2020. This has no doubt narrowed the emotional distance between me and Greece, but also in a very practical way it has allowed me to spend as much time in Greece as I can and want to (which is a lot). This is a privilege that Brexit has taken away from many people. My Greek passport is my most precious possession.
And the language. My pursuit of the language has been adventure which will continue – my ultimate ambition is to write a whole story in it if I can.
Language gives an insight into the nature of a country and how people think - and for me the Greek language is constant source of excitement and revelation. The word εμπνευση is a very good example – with its suggestion of some kind of spiritual intervention – some outside force coming into us. That to me is always how inspiration feels – like a visitation, something greater than we can explain. And I feel so grateful that Spinalonga gave me empnevsi – and afterwards Thessaloniki, Athens, Crete and so many, many other places too. Greece is a muse for me – the people I meet, the history I learn about, the politics that dominate people’s lives – all of them generate ideas.
I am a very lucky writer not just to have “found” Greece, but now to be connected with this significant etairia, and all of you.
Thank you so much.
ΜΕΡΟΠΗ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ
Κυρίες και Κύριοι,
Απόψε είναι μια σημαντική βραδιά για την Εθνική Εταιρεία. Σαν συνέχεια της 8ης Μαρτίου, της γιορτής της Γυναίκας, αντιλαμβανόμαστε απόψε γιατί, εμείς στην Εθνική Εταιρεία γιορτάζουμε κάθε μέρα. Στο τελευταίο Δ.Σ., οπότε και επισφραγίστηκε ομόφωνα και ομόψυχα η αναγόρευση της Καθηγήτριας Μερόπης Σπυροπούλου σε Επίτιμη Πρόεδρο της Εταιρείας, σε ένα σχόλιό μου πως “μάλιστα θα είναι και η πρώτη γυναίκα Πρόεδρος – εδώ μέσω αυτής της τιμητικής οδού – της Εταιρείας μας”, ο πρόεδρος Γεράσιμος Ζώρας, βαθύς γνώστης των της Ιστορίας μας, είπε χαμογελώντας ¨ναι, αλλά συνήθως -σχεδόν πάντα- είχαμε και έχουμε γυναίκα Γενική Γραμματέα”. Και βέβαια όσες/οι παρακολουθείτε ή συμμετέχετε στην λειτουργία μιας Εταιρείας, ενός Σωματείου, ενός Συλλόγου γνωρίζετε καλά τι σημαίνει ο ρόλος του Γενικού Γραμματέα: η ψυχή, ο λειτουργικός και δομικός πυλώνας της Εταιρείας. Για παράδειγμα, από το 1956 μέχρι το 1976, γενική γραμματέας της Εθνικής Εταιρείας ήταν η Μαρία Περικλή Ράλλη, μετά και έως το 2019 η Γιολάντα Πατεράκη και μετά συνεχίζοντας έως σήμερα η Σοφία Μωραϊτη.
Κυρίες και κύριοι, απόψε είναι μαζί μας και μας συντροφεύουν, άλλες από ψηλά – το πιστεύω και το νιώθω – και άλλες με την φυσική - βιολογική τους παρουσία και την συνεχιζόμενη πολύτιμη προσφορά τους και θα αναφέρω – κι είναι λίγο άδικο - μόνο αυτές που υπήρξαν ιδρυτικά μέλη της Εταιρείας μας και αυτές που την υπηρέτησαν και την υπηρετούν στα διοικητικά της (είτε ως αντιπρόεδροι, είτε ως γενικοί γραμματείς, είτε ως κοσμήτορες, είτε ως έφοροι, είτε ως ταμίες, είτε απλά μέλη του Δ.Σ.), απλά λοιπόν αναφέρω ονόματα: Ελένη Ουράνη, Μελισσάνθη, Ειρήνη Αθηναία, Ιωάννα Μπουκουβάλα-Αναγνώστου, Διαλεχτή Ζευγώλη-Γλέζου, Αθηνά Σαραντίδου, Αθηνά Ταρσούλη, Γεωργία Ταρσούλη, Λίλα Καράκαλου-Καρανικόλα, Τατιάνα Σταύρου, Μαρία Ράλλη, Γαλάτεια Σαράντη, Ιουλία Ιατρίδη, Μερόπη Σπυροπούλου, Ελένη Κεκροπόύλου, Νίκη Σαλπαδήμου, Σοφία Μωραϊτη, Ουράνα Διοματάρη, Μόνα Μητροπούλου, Σούλα Ροδοπούλου, Αντουανέττα Στέκα-Ασωνίτου, Χρυσάνθη Κακουλίδου, Μαρία Ρουσσοπούλου, Μαριάννα Βλάχου-Καραμβάλη. Ενδεικτική μεν αναφορά, ελλιπής δε. Όμως πάντα γυναίκες με ποιοτικότατο συγγραφικό έργο, Κρατικές και Ακαδημαϊκές λογοτεχνικές βραβεύσεις και πολυσχιδή πνευματική και κοινωνική παρουσία.
Φυσικά είναι απόψε εδώ, στη καρδιά και στη σκέψη μας, “ο Νίκος της”, μιλάω βέβαια για τον αγαπημένο σύζυγο και σύντροφο της ζωής της Νίκο Σπυρόπουλο, που έφυγε από κοντά της στα τέλη Αυγούστου του 2024, ομότιμο Καθηγητή Οδοντιατρικής, έναν σπάνιο άνθρωπο, σπουδαίο επιστήμονα και πανεπιστημιακό Δάσκαλο, έναν ιππότη του Καλού. Συνηθίζουμε να λέμε πως πίσω από έναν μεγάλο άνδρα βρίσκεται μια σημαντική γυναίκα. Ισχύει, στο ζευγάρι Νίκου και Μερόπης. Όμως στην ίδια περίπτωση, ισχύει σε απόλυτο και υπερθετικό βαθμό και το αντίστροφο. Πίσω από την μεγάλη Μερόπη Σπυροπούλου βρίσκεται ο σημαντικός Νίκος Σπυρόπουλος. Μέσα από μια πορεία απόλυτης σύμπνοιας και αγάπης, σαν βγαλμένη μέσα από παραμύθι αγάπης, που αποτυπώνεται μέσα από την αύρα τριών λέξεων “ο Νίκος μου”, απέκτησαν μια όμορφη οικογένεια,
δύο γιους και έναν εγγονό, τον Νικόλα (που είναι και Παναθηναϊκός).
Το να μιλήσεις για την έκταση και την αξία του επιστημονικού, κλινικού και ακαδημαϊκού έργου της Μερόπης Σπυροπούλου είναι σαν να κομίζεις γλαύκα εις Αθήνας, και από την άλλη ίσως χρειάζεσαι μία ημερίδα και όχι λίγα λεπτά. Παρ όλα αυτά θα σταχυολογήσω μερικά στοιχεία εντάσσοντάς τα σε ένα συνοπτικό βιογραφικό.
Η Μερόπη Σπυροπούλου, κόρη του Ιωάννη και της Αγγέλας Ευστρατιάδη, γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Αποφοίτησε από το Αβερώφειο Γυμνάσιο Θηλέων και πήρε το πτυχίο της Οδοντιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Αλεξανδρείας. Η Αλεξάνδρεια που κουβανεί μαζί της έκτοτε, θα μεταπλαστεί στην λογοτεχνική της Αλεξάνδρεια στην αφηγηματική της σύνθεση - το αγαπημένο της βιβλίο – “Στη χώρα του Μεγάλου Ποταμού” (Αρχονταρίκι, 2004), όταν ξαναγυρίζει στην πατρώα γη. Περπατώντας με ανοιχτή θέαση και με οδηγό την μνήμη, η υπαρξιακή της ανάσα βαραίνει. Αποτυπώνει έτσι την Αλεξάνδρεια των Ελλήνων και την μεγάλη της οφειλή στη χώρα και τους ανθρώπους της, ζωγραφίζει ένα σύγχρονο τοπίο της κατανόησης και της ενσυναίσθησης, μακρινό απόηχο της Αλέξάνδρειας του Καβάφη, του Τσίρκα και του Ντάρελ. Γιατί, όπως τελειώνει ποιητικά ο Νέστορας Μάτσας το κριτικό του σημείωμα “Τελικά, ότι απομένει από το σύντομο ταξίδι μας είναι οι καπνοί κάποιου τραίνου ή σειρήνα κάποιου πλοίου ή ένα ταξίδι στον άπειρο χώρο και χρόνο”.
Το 1961 παίρνει το πτυχίο της Οδοντιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, το 1976 ολοκληρώνει τις μεταπτυχιακές σπουδές και λαμβάνει το Δίπλωμα Master of Science στην Ορθοδοντική από το Πανεπιστήμιο του Michigan. Την περίοδο 1976-77 διδάσκει ως Assistant Professor στην Ορθοδοντική του Πανεπιστημίου του Michigan και την περίοδο 1977-80 ως υφηγήτρια Ορθοδοντικής Πανεπιστημίου Αθηνών. Την περίοδο 1980-2006 είναι Τακτική Καθηγήτρια και Διευθύντρια του Εργαστηρίου Ορθοδοντικής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1987 εκλέγεται και ανακηρύσσεται Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ορθοδοντικής Εταιρείας, το 1999 και το 2005 είναι Επισκέπτρια Καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Karolinska και το 2006 και το 2008
Επισκέπτρια καθηγήτρια του Πανεπιστημίου του St Louis. Το 1993 υπηρετεί με την ποιοτική της σεμνότητα την πατρίδα ως Βουλευτής Επικρατείας της Βουλής των Ελλήνων. Το 2020 γίνεται Μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Ισότητας των Φύλων, του Υπουργείου Εργασίας, ως “Προσωπικότητα εγνωσμένου κύρους”. Έχει συγγράψει 6 επιστημονικά βιβλία στην Ελληνική και 2 εκπαιδευτικά εγχειρίδια στην Αγγλική για μεταπτυχιακούς φοιτητές.
Από το 2002, και ίσως αυτό είναι το πιο σημαντικό για απόψε, συντελείται ένα μικρό θαύμα. Παρακινούμενη, και λέω παρακινούμενη γιατί είναι υπέρ του δέοντος σεμνή και όχι γιατί δεν έφερε την πλούσια πνευματική της σκευή, ωθούμενη λοιπόν ηθικά από σημαντικούς διανοούμενους που συναντούσε στον κύκλο των συναναστροφών τους το ζευγάρι Σπυρόπουλου (όπως για παράδειγμα Καργάκο, Μαγκλιβέρα και φυσικά τον ίδιο την σύζυγό της) απελευθερώνει έναν πνευματικό χείμαρρο, το συγγραφικό – μη επιστημονικό – λογοτεχνικό της έργο που αφήνει άπαντες έκθαμβους. Ως φυσική συνέπεια αυτού του χείμαρρου έρχονται μεγάλες λογοτεχνικές διακρίσεις: To 2011, και μετά τις συλλογές δοκιμίων “Χαμηλόφωνα”, “Γιατί η Γυναίκα;”, “Η Ανώτατη παιδεία μας” τιμήθηκε με το “Βραβείο των Δέκα, Γραμμάτων και Καλών Τεχνών” (2009-2010) και το 2012, μετά την συλλογή δοκιμίων “Με πίστη και αισιοδοξία για ένα καλύτερο αύριο” τιμήθηκε με το “Βραβείο Πολιτικοκοινωνικού Δοκιμίου, Παναγιώτη Φωτέα”. Τέλος, η ύψιστη τιμή, το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών, της Τάξεως των Ηθικών και Πολιτικών Επιστημών για το σύνολο του έργου της και την συμβολή στην ανάδειξη των πνευματικών επιδόσεων του Αιγυπτιώτη Ελληνισμού.
Μέσα σε όλη αυτή την πυρετώδη πνευματική παραγωγή, 20 βιβλία σε 20 χρόνια, ήτοι 17 συλλογές δοκιμίων και 3 συλλογές διηγημάτων, σε εξαιρετικές και καλαίσθητες εκδόσεις με υψηλού επιπέδου εικαστικά στα εξώφυλλα ( εκδόσεις των Φίλων, εκδόσεις Αρχονταρίκι, εκδόσεις Νέος Αστρολάβος / Ευθύνη), μέσα λοιπόν σε όλο αυτόν τον πυρετό, η Μερόπη Σπυροπούλου πρόσφερε πολύτιμο χρόνο και πνευματική ενέργεια στην Εθνική Εταιρεία των Ελλήνων Λογοτεχνών, μέσα από πόστα ποιότητας και ευθύνης : επί Προεδρίας Βασίλη Βιτσαξή Κοσμήτορας το 2006 -2009, πάλι Κοσμήτορας το 2009-2012 και Έφορος το 2012-2015. Επί Προεδρίας Διονύση Μαγκλιβέρα, Αντιπρόεδρος το διάστημα 2015-2018, και πάλι Αντιπρόεδρος το διάστημα 2018-2019. Το 2006, ως -τότε- Κοσμήτορας της Εταιρείας μας την εκπροσώπησε επάξια, συμμετέχοντας σε τριμελή επιτροπή Αποστολής του Υπουργείου Πολιτισμού μας, στην Κίνα , μετά από πρόσκληση του δικού της Υπουργείου Πολιτισμού. Στην Μερόπη Σπυροπούλου οφείλεται η ιδέα, όπως και η υλοποίησή της, της έκδοσης τριμηνιαίου Δελτίου της Εθνικής Εταιρείας, που αποστέλλεται ταχυδρομικά αλλά και ψηφιακά στα μέλη της, δελτίο στο οποίο αναφέρονται όλες οι εκδόσεις, οι δημοσιεύσεις αλλά και εκδηλώσεις των μελών της στο διάστημα που προηγήθηκε, έκδοση που συνεχίζεται και τα τελευταία χρόνια με επιτυχία και με την επιμέλεια της Αντιπροέδρου μας Νίκης Σαλπαδήμου. Ήταν μια θαυμάσια ιδέα, μια γέφυρα ανθρώπινης και ζεστής επικοινωνίας μεταξύ των μελών μας, όπως και μια συνοπτική τους πληροφόρηση για τις συνολικές δραστηριότητες της Εθνικής Εταιρείας.
Ο πατέρας μου, ποιητής, δοκιμιογράφος και μεταφραστής λογοτεχνίας Δημήτρης Γέροντας, είχε γράψει κάποτε σε ένα δοκίμιό του με τίτλο “Το νόημα της Τέχνης”: Για να χαρακτηριστεί επάξια ένα έργο τέχνης ως τέτοιο, μιλάμε για ολόκληρο το φάσμα των τεχνών, πρέπει να έχει δύο χαρακτηριστικά, να φέρει δύο ιδιότητες: συγκίνηση (να προκαλεί συγκίνηση, να δονεί) και μήνυμα (ή μηνύματα) να κομίζει με τον τρόπο του μηνύματα ή αν θέλουμε να το εκφράσουμε με γλωσσολογικούς όρους “σημαινόμενα”. Ε, τα λογοτεχνικά συγγραφικά έργα της Μερόπης Σπυροπούλου έχουν και τα δύο, και μάλιστα πλούσια. Και μάλιστα κομίζουν μηνύματα, που ενώ μπορεί ν’ ανοίξουν δρόμους, δεν έχουν κανένα διδακτισμό. Για δε το πρώτο στοιχείο, την συγκίνηση, το απέδωσε εξαιρετικά ο Διονύσης Μαγκλιβέρας σ’ ένα κριτικό του σημείωμα για την συλλογή διηγημάτων “Επεισόδια της ζωής”:
“ Η γραφή των ιστοριών μεταφέρει τα γενόμενα χωρίς περιττά κοσμητικά επίθετα, ψιμύθια, φτιασίδια. Οι επιλεγμένες από την συγγραφέα λέξεις επιτελούν από μόνες τους τον σκοπό τους. Εδώ μάλιστα πρέπει να επισημανθεί ότι η Σπυροπούλου διαθέτει πλούτο κατάλληλων λέξεων για σύνταξη φράσεων με σαφές περιεχόμενο, χωρίς αυτές οι λέξεις να κρίνονται ως “φτιαχτές”. Ως εκ τούτου η γλώσσα της έχει παραστατικότητα. Η Σπυροπούλου με την εμφάνισή της στα Γράμματα, που βρίσκεται πολύ πέρα από την επιστημονική-επαγγελματική της παρουσία, κατόρθωσε με τα κείμενά της να πλησιάσει αναγνώστες, να δημιουργήσει ένα δικό της κοινό. Αυτό δεν ήταν εύκολο επίτευγμα στην εποχή μας των κραυγών και των παρηχήσεων. Πιστεύω ότι η επιτυχία της οφείλεται στους “άηχους συναισθηματικούς κραδασμούς” που δημιουργούνται μεταξύ αυτής και των αναγνωστών της”
Κυρίες και κύριοι, η αντιπαράθεση ήταν, είναι και κυρίως θα είναι αξιακή. Οι αξίες που διαπνέουν την ζωή και το έργο της Μερόπης Σπυροπούλου, είναι αξίες οι οποίες εμπνέουν και συμπλέουν με την Εθνική Εταιρεία των Ελλήνων Λογοτεχνών και είναι (τις αναφέρω, δεν είναι νεφελώδεις): Ελευθερία (ελευθερία όμως βούλησης και Ευθύνης – διαχρονικό αλλά και επίκαιρο πρόσταγμα στην νεοελληνική κοινωνία μας), Δημοκρατία, η Ελληνική μας γλώσσα (και η υπεράσπισή της), η συνέχεια του Ελληνικού μας πολιτισμού, οι ανοιχτοί ορίζοντες (τα ευήκοα ώτα) και ο διάλογος μέσα στο παγκόσμιο πολιτιστικό γίγνεσθαι, μια ταπεινή προσευχή στο Λόγο της Ορθοδοξίας, η ανθρώπινη αλληλεγγύη, η αντίσταση στον υλικό ευδαιμονισμό. Όλα αυτά οδηγούν σε εκείνο που διατύπωσε ο αγαπημένος μας Χρήστος Μαλεβίτσης “να ζούμε μια ζωή με νόημα και όχι να την ευτελίζουμε”.
Είπε και έγραψε ο Οδυσσέας Ελύτης: “Εάν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Που σημαίνει: με άλλο τόσα την ξαναφτιάχνεις”.
Και η Μερόπη Σπυροπούλου, είναι μια διαρκής παρουσία που με την στιβαρή της τρυφερότητα, μάς φωτίζει να την ξαναφτιάχνουμε.
Εμείς, σε ευχαριστούμε Μερόπη



