ΜΕΛΩΔΟΣ ΦΙΛΑΓΑΘΟΣ
Το φόβο κατεδίωξε στ' αμπέλι της ψυχής του
το άδικο και τ' άνομο ποτάμι κυριεύει
στα δάκρυα των αφανών σαν μνήμη ταξιδεύει
λαμπρό κι αστείρευτο νερό στο χώμα της ζωής του
Τη φλόγα και το Φως αυτό ικέτευσε να πνεύσει
σαν χείμαρρος ολάνθιστος σε όλα τα λιμάνια
ο λόγος του ανάβλυζε γεμάτος περηφάνια
κάλυψε με την λάβαρα του την παγωμένη σκέψη
Ένα κλειδί και δύο φτερά κι ένα γλυκό φεγγάρι
δάκρυα έτρεξαν πολλά τα πόδια ματωμένα
λυγίζει με την πένα του τα βάσανα τα ξένα
το ώριμο της διάνοιας χρυσό θερίζει στάρι
Δρόμο στο σύμπαν άνοιξε βαθιά μέσα στο χρόνο
άλαλος θαυμαστός δρυμός στοργής κι ευχαριστίας
της σωφροσύνης ρήματα στη θέρμη της εστίας
μπροστά στο μεγαλείο Του κατέλυσαν τον πόνο
Τα νέφη υδατόρρυτα σ' ωκεανούς Ειρήνης
του αναλλοίωτου πνοές στ' αστέρια ξεπεζεύουν
το χέρι Του το ασήμαντο να απλωθεί γυρεύουν
μιάς βελονιάς χαμόγελο στο πέπλο της γαλήνης.